Κυριακή 20 Μαΐου 2007
βιβλία, κόσμοι, χρόνια παιδικά
Κανονικά σήμερα θα ήθελα να είμαι όλη μέρα στη διεθνή έκθεση βιβλίου και να χανόμουν μέσα σε βιβλία, συζητήσεις και συναντήσεις. Όμως εμεινα εδώ. Όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια ο θεός γελάει, λέει μια παροιμία και έχει πολύ δίκιο. Ποια είμαι εγώ που το λέω θα μου πεις, αλλά τέλος πάντων η παροιμία σκίζει και επαληθεύεται πολλάκις.
Όχι πως δεν έχω δουλειές και άπειρες εκκρεμότητες εντός των τοίχων της οικίας μου αλλά το μυαλό μου ήταν στην έκθεση, που τελειώνει κιόλας σήμερα, οπότε αφήνω τις δουλειές για μετά - αντέξτε μακριά μου λίγη ώρα ακόμα, θα τα καταφέρετε πιστέψτε με- και άρχισα να θυμάμαι τα βιβλία με τα οποία έχω τις πιο έντονες μνήμες από παιδί. Γιατί τα βιβλία των παιδικών χρόνων; Μάλλον γι’ αυτό φταίνε οι ώωωρες που πέρασα χθες στην παιδική γωνιά της έκθεσης για ειδικούς, συγκεκριμένους και πολύ ωραίους λόγους είναι η αλήθεια.
Μπαίνω στη χρονομηχανή και θυμάμαι. Ένα βιβλίο τη χρονιά, το καλό που σου θέλω για να μην ξημερώσουμε εδώ πέρα.
Καλοκαίρι, μόλις έχω τελειώσει την Α Δημοτικού, εγχείριση σκωληκοειδίτιδας (παναγιά μου, τι σας λέω τώρα…) και στην κλινική μια εξαδέλφη, μεγαλύτερη μου, μου φέρνει δώρο έναν τόμο των παραμυθιών του Άντερσεν. Το πρώτο βράδυ μετά την εγχείριση δεν μπορούσα να κλείσω μάτι. Η νάρκωση που είχε προηγηθεί είχε κάνει τόσο καλά τη δουλειά της ώστε να είναι αναπόφευκτη η ολονυχτία . Ο Άντερσεν λοιπόν ήταν η νυχτερινή παρέα μου στη μικρή πόλη που κοιμόταν αμέριμνη ενώ εγώ ρουφούσα εικόνες, πρόσωπα, παραμύθια και στο τέλος κάθε ιστορίας δεν ήξερα αν έπρεπε να κλάψω ή να χαμογελάσω. Τι παράξενες ιστορίες, τι λυπημένα παραμύθια, σκεφτόμουν αλλά μου άρεσαν τρελά. Πολλά χρόνια μετά έψαχνα το βιβλίο στο πατρικό μου να το διαβάσω στα παιδιά μου αλλά εκείνο άφαντο, πουθενά…
Ένα χρόνο μετά, αισίως στη Δευτέρα. Στο σπίτι έχουμε μαστόρους, το βάφουν. Όλα τα έπιπλα είναι έξω, στη βεράντα και στο στενό πεζούλι που ενώνει τοίχο και τριανταφυλλιές. Ο ήλιος βαράει αλύπητα. Χώνομαι στην υπαίθρια πολυθρόνα. Το κεφάλι μου, αν κάνω λίγο πίσω ακουμπάει στον τοίχο, τα πόδια μόλις τα τεντώσω ακουμπάνε στην τριανταφυλλιά που τσιμπάει και καλά είναι να έχω το νου μου. Μονορούφι διαβάζω «Το νησί των θησαυρών» και σαν πότε έγινα πειρατής, σαν πότε η πολυθρόνα καράβι, σαν πότε το κεφάλι στα πρόθυρα ηλίασης χαμπάρι δεν πήρα. Το φχαριστήθηκα όμως…
Τις επόμενες δυο χρονιές συνάντησα τα βιβλία που θα ήθελα να ξαναδιαβάσω μετά από τόσα χρόνια.
Τρίτη. «Οι Άθλιοι». Το Παρίσι και ο Γιάννης Αγιάννης. Ο Ιαβέρης. Η Τιτίκα και ο Μάριος. Ένας κόσμος που μετά μπορεί να τον γνωρίζεις-ζεις σε άλλη εποχή αλλά όχι πολύ διαφορετικό. Κι αν είσαι τυχερή- πολύ τυχερή- θέλεις να γνωρίσεις κι έναν Γιάννη Αγιάννη.
Το βιβλίο των βιβλίων με περίμενε την επόμενη χρονιά. «Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν» ένα δερματόδετο βιβλίο με χρυσά γράμματα. Ένας άλλος κόσμος, κυριολεκτικά. Ποιος ξέρει τι είναι το Μπρούκλιν; Ποια είναι αυτή η γέφυρα; Ιδέα δεν είχα τότε. ούτε τα ονόματα ήξερα, ούτε τίποτα.
Τι διαβάζει αυτό το μικρό κορίτσι ανεβασμένο στο δέντρο; Χρόνια μετά νομίζω πώς τα πρώτα πράγματα που έμαθα για την Αμερική εκεί τα έμαθα. Και όλα αυτά τα χρόνια πάντα πιστεύω ότι αυτά είναι τα βασικά. Είδα ταινίες, διάβασα άλλα πολλά, αλλά πάντα για μένα η Φράνσις είναι η πρώτη ηρωίδα που θυμάμαι, το κορίτσι που μεγάλωσε σε μια γειτονιά όπου ένα δέντρο βρήκε μια ρωγμή και φύτρωσε κι όπου αγόραζαν το ψωμί της χθεσινής ημέρας για να μπορούν να το αγοράσουν ενώ μάζευαν οτιδήποτε μπορούσε να πουληθεί και ονειρευόντουσαν ότι το αύριο μπορεί να είναι καλύτερο. Στην Πέμπτη ποιο βιβλίο θυμάμαι περισσότερο; Είναι σαν να ξεθώριασε η μνήμη και μετά να… να, κάτι θυμάμαι. Την Πολυάννα. Είναι αυτό που λες: μα δεν ντρέπεσαι να λες ότι θυμάσαι αυτό το βιβλίο; Όχι, δεν ντρέπομαι καθόλου γιατί μπορεί στο βιβλίο αυτό, να σου πω την αλήθεια- ακόμα κι αν ήταν στις υπερβολές του στιγμές-στιγμές γλυκερό- να χρωστάω που ξυπνάω και λέω πως κάθε μέρα είναι μια αρχή και πως η ζωή τίποτα απ’ όσα έχεις δεν ήταν υποχρεωμένη να σου τα δώσει. Καλύτερα Πολυάννα παρά γκρινιαροαχάριστη, σκέφτηκα πολλές φορές στη ζωή μου. Άσε που ο άνθρωπος που εκτιμάει, καλύτερα ξέρει να προσπαθεί, ή τουλάχιστον να ζει, τους αχόρταγους και μίζερους να φοβάσαι. Προς στην Έκτη διάβασα τα "Άγουρα χρόνια", που τα θυμάμαι πολύ έντονα επίσης, ήταν η εποχή που ξεκοκάλιζα τη βιβλιοθήκη της μεγαλύτερης αδελφής μου, αλλά πάμε στην Έκτη κανονικά.
Ακόμα και σήμερα ένα νύχι στο χέρι μου είναι παραμορφωμένο. Στην τελευταία χρονιά του δημοτικού, διάβαζα τα «Λουλούδια της Χιροσίμα», ένα μικρό βιβλίο από τις εκδόσεις Θεμέλιο. Λάτρεψα αυτή τη σειρά, σχεδόν δεν έβλεπα τους τίτλους και αγόραζα και διάβαζα ό,τι είχε κυκλοφορήσει σε αυτήν. Αυτό πρέπει να ήταν το πρώτο της σειράς που διάβασα. Είχα τόσο συγκλονιστεί, ώστε δεν ένιωθα τον πόνο, το νύχι στο δάκτυλο φαγωμένο απίστευτα από την αγωνία. Μέρες πονούσε αλλά σιγά τον πόνο, συγκρίνεται με όσα διάβασα στο βιβλίο; Ακόμα και τώρα που το κοιτάζω, τώρα που έχει στρώσει κιόλας, αυτό σκέφτομαι. Και τη λαχτάρα μου να μην αφήσω το βιβλίο από τα χέρια μέχρι να φτάσω στην τελευταία του σελίδα. Τη λαχτάρα που έμεινε ίδια όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει.
Καμιά φορά σκέφτομαι, όλοι οι κόσμοι στους οποίους βρεθήκαμε είναι μέσα μας άραγε;
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
13 σχόλια:
Πολύ ωραίο post. Με συγκίνησες πάρα πολύ. Να σου προτείνω να διαβάσεις ένα πάρα πολύ όμορφο παραμυθάκι; Είναι "Το δώρο της παπλωματούς" από τις εκδόσεις Άγκυρα.
Καλό σου βράδι!
ggk,
σε ευχαριστώ πάρα πολύ!
To έχω διαβάσει το παραμύθι της παπλωματούς, είναι πολύ-πολύ όμορφο, έχεις δίκιο!Και ό,τι πρέπει και για μεγάλους!
καλό βράδυ!
ποσο ομορφα ειναι ολες αυτες οι αναμνυσεις..θυμαμαι και εγω πολλα απο τα ιδια βιβλια που και εσυ διαβασες μικρη..τι υπεροχα ταξιδια ητανε..κρυβομουνα κατω απο την κουβερτα για να μη με πιασει η μητερα μου που ξενυχτουσα διαβαζοντας το αγαπημενο μου βιβλιο..
'το δωρο της παπλωματους' δεν το εχω διαβασει..θα το παρω για μενα και τις κορες μου αφου και εσυ λογια του αερα και η ggk το προτινατε.. :)
καλημέρα tzotza!
τελεια δεν ήταν να διαβάζουμε κρυφά και να φωνάζουν"άντε κοιμήσου, πέρασε η ώρα, το βλέπω το φως, κλείστο";
Ρε, μήπως μεγαλώνουμε και αρχίσαμε να τα θυμόμαστε τόσο πολύ;
Όποτε θες βιβλία για τα παιδιά κατάλογο θα σου κάνουμε η ggk κι εγώ, μόνο ηλικίες πες μου γιατί δεν τις ξέρω.
Πολλά φιλιά για μια καλή μέρα!
Νομίζω κάθε βιβλίο που μας συνεπαίρνει μας κάνει να φτιάχνουμε ένα καινούριο κόσμο μέσα μας. Κι επειδή τον φτιάχνουμε εμείς, είναι δικός μας. Είναι η ματιά μας πάνω σε συναισθήματα και εικόνες...
Καλημέρα!
industrialdaisies,
καλησπέρα!
ο κόσμος μου, ο κόσμος σου, ο κόσμος του, ο κόσμος μας. Ωραίο μου ακούγεται!
Δεν χρειάζεται κάν να εκφράσεις το τελευταίο ερώτημα. Όχι απλά βρίσκονται μέσα μας, μας δημιούργησαν...Σκέφτομαι πως θα ήμουν αν μου είχε ξεφύγει έστω ένα από τα βιβλία που διάβασα και τρομάζω.
Pan...τί ατάκα πέταξε...κι εγώσκέφτομαι πώς θα ήταν η ψυχοσύνθεσή μου χωρίς ένα από ΕΚΕΙΝΑ τα βιβλία και τρομάζω...
Όσο για σας blogger, την ίδια μαμά είχαμε??? Παρατηρώ πως έχουμε ακολουθήσει την ίδια ακριβώς αναγνωστική πορεία!
έλα ντε, τι το θελα pan το ερώτημα;
Μόλις έριξα το προηγούμενο σχόλιο, τσουπ, διαβάζω και το πατσιουρακι μας! καλώς το το φοβερό patsiouri που θά λεγε και ο r2! πώς είσαι κοριτσάκι;
pan, patsiouri, άντε να σας βάλω στα διαόλια όμως τώρα: δεν τρομάζετε για το πώς μπορεί να είμαστε με αυτά που μας ανάγκασαν στο σχολείο να διαβάσουμε; Ούτε να το σκέφτομαι δε θέλω! α πα πα...
Patsiouri, μάλλον η μαμά σου και ο παππούς μου είχαν την ίδια αισθητική στα βιβλία. πάντως για την ωρα δεν μας βγήκε σε κακό, ε;
φιλιά!
Και ποιος σου είπε ότι διαβάζαμε στο σχολείο;;;!
Με αποστόμωσες...
Όντως ταξιδάκι στο παρελθόν έκανα εδώ και ενθουσιάστικα. Σου έρχεται που και που να τα ξαναπιάσεις και όχι αναγκαστικά να τα διαβάσεις, αλλά ανοίγντας στη τύχη σελίδες και διαβάζοντές της, να θυμιθείς τον εαυτο σου πώς ήταν τότε...
Δημοσίευση σχολίου