Λόγια είναι αυτά, λόγια του αέρα και χάνονται, να όπως τώρα για αρκετές μέρες.
Σας πεθύμησα όμως. Καλώς σας βρίσκω.
(Pan, ευχαριστώ για την ερώτηση.)
Λοιπόν, τι έκανα εξαφανισμένη; Θα σας πω αυτά που λέγονται.
Ταξίδεψα.
Είδα την παράσταση που σκηνοθέτησε ο Γιάννης Παρασκευόπουλος για το Εθνικό Θέατρο
της Κραϊόβα. Μήδεια. Κα-τα-πλη-κτι-κη παράσταση.
Σκηνοθεσία, κίνηση, υποκριτική των ηθοποιών, σκηνικά, κοστούμια, μουσική επιμέλεια, όλα εκπληκτικά. Στο φινάλε έπαιζε αυτό το τραγούδι:
(ο Κοσμάς Εφραιμίδης διάλεξε και αυτό και τα υπόλοιπα μουσικά κομμάτια της παράστασης)
Πήγα στη συναυλία που έδωσαν ο Σωκράτης Μάλαμας και ο Αλκίνοος Ιωαννίδης στο θέατρο Γης. Χιλιάδες, τουλάχιστον 7000, ωραίοι άνθρωποι ήταν εκεί. Πολύ χαρούμενη που ήμουν ανάμεσά τους.
(Σε σας το λέω που κάνετε το κομμάτι σας, γράφετε κάτι χαζομάρες που τις λέτε ρεπορτάζ, ή ανταπόκριση ή σχόλιο από και για τη Θεσσαλονίκη: μη μας χαρίζετε σε ηλίθιους ατσαλάκωτους δημάρχους, αλλά και εξίσου ηλίθιους ντεμέκ διαννοούμενους. Μην βιάζεστε, και μη χαίρεστε, γιατί κι αυτό παίζει, νομίζω,
δεν είναι αυτοί η Θεσσαλονίκη...)
Θύμωσα.
Με τα air condition που πήραν φωτια και έκαναν χειρότερο καμίνι τις πόλεις -μπετονοκουτιά, που τις λέμε σπίτι μας.
Με την υπερβολή και τον πανικό.
Με τις φωτιές και τους ανθρώπους πίσω από αυτές.
Είτε κάποιοι έβαλαν τις φωτιές (ανεγκέφαλοι κάτοικοι ενός πλανήτη που δεν τους αξίζει), είτε κάποιοι άλλοι ολιγόρησαν (γιατί τα δάση δεν είναι το σπίτι τους, επίσης δεν είναι επιχείρηση που τους δίνει χρήματα και μίζες, οπότε γιατί να νοιαστούν να προνοήσουν για την συμφορά;), είτε κάποιοι έβριζαν από τον καναπέ της τηλεόρασής τους, για μένα το έγκλημα δεν έχει μεγάλη διαφορά.
Διάβασα, σήμερα, ιντερνετικά αυτό το κείμενο του Καιρού (το blog του εδώ) στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία. Δεν βρίσκω ούτε μια φράση στην οποία δε συμφωνω. Ούτε μία. Σωστός. Ωραίος. Καίριος καιρός.
"Τα 'χω πάρει. Χοντρά. Δεν είναι η πρώτη φορά, και η πατρίδα είμαι σίγουρος ότι θα μου δώσει κι άλλες, πολλές, φορές την ευκαιρία. Σιγουρότατος! Οοοοοχι. Οταν μιλάω για πατρίδα, δεν μιλάω για το κράτος. Για μας μιλάω. Το βρίζω το κράτος τα τελευταία 33 χρόνια, που μου έχει δώσει την ευκαιρία η δημοσιογραφική πένα. Τώρα τελευταία το 'κοψα. Γιατί αποφάσισα, ότι το κράτος είμαστε 'μεις.Εμείς οι μεμψίμοιροι και γκρινιάρηδες και απαιτητικοί όλο το 24ωρο. Εμείς οι αγωνιστές του καναπέ, οι εθελοντές του φραπέ, οι οικολόγοι του σκουπιδαριού, οι σοσιαλιστές της πάρτης, οι αδιάφθοροι του λαδώματος, οι κήνσορες του διπλανού και νάρκισσοι του καθρέπτη. Εμείς.Μια κοινωνία υποκριτών, που σκίζει τα ρούχα της, βρίζοντας το αόρατο και άυλο κράτος, που καίγεται ο πνεύμονας της Αθήνας, η Πάρνηθα, για πολλοστή φορά και 5.000.000 τηγανισμένοι ευαίσθητοι παρακολουθούν τις φλόγες από την τηλεόραση, χωρίς ούτε 10.000, ούτε 1.000, ούτε 100, έστω, να τρέξουν εθελοντές να βοηθήσουν. Οχι τώρα. Εδώ και χρόνια! Οχι μόνο για την Πάρνηθα. Παντού.Εχω σβήσει φωτιές σε πλαγιές, την ώρα που οι χωριανοί και οι πολίτες καθόντουσαν σταυροπόδι ένα και δύο και δέκα χιλιόμετρα μακριά στις καφετέριες και βρίζαν το κράτος αμέτοχοι. Αραχτοί. Βρίζαν το σαν τα μούτρα τους κράτος. Αυτό που αξίζουν. Ακαθάριστα σχεδόν πάντα, και μόνο από τύχη παστρικά, τα δίκτυα του ρεύματος, που διαπερνάνε όλη τη χώρα εναερίως, από κολόνα σε κολόνα, μέσα (!!) από όλα τα δάση, παρά τις φωνές, που επί χρόνια ουρλιάζουν για υπόγεια εγκατάσταση επιτέλους! «Κοστίζει πολλά» αποφαίνεται παγίως ο ανεγκέφαλος, που κρατάει την καρέκλα. Και πόσα κοστίζει ηλίθιε κάθε στρέμμα καμένου δάσους, κάθε κατάσβεση, κάθε black out, κάθε πνεύμονας που χάνεται, κάθε αναδάσωση; Πόσα κοστίζει στην υγεία, σε εργατοώρες, σε ζωντανά, σε ζημιές υποδομής, που πληρώνονται; Πόση πρόσθετη ζέστη και πόσο νερό; Κάθε φορά. Και κάθε φορά, με το ίδιο θράσος, ο ίδιος πάντα συνέλληνας, που δεν είναι το κράτος, είναι η νοοτροπία ενός λαού ολόκληρου, που τον ανέχεται, που τον εκλέγει, αλλιώς θα τον είχαν πάρει από καιρό με τις ντομάτες οι συμπολίτες του, αν δεν ήτανε όμοιοι, με το ίδιο θράσος λοιπόν βγαίνει να πει κι από πάνω, ότι όλοι οι πριν απ' αυτόν ήταν χειρότεροι. Και λοιπόν; Μήπως φταίμε που δεν τους κρεμάσαμε στην πλατεία Συντάγματος, μπας και έτσι συνετιστούν οι επόμενοι και κάνουν το μόνο πράγμα που πληρώνονται να κάνουν; Να δουλεύουν νύχτα-μέρα για να ωφελείται το σύνολο; Ποιο σύνολο! Αυτοί που δουλεύουν και αφήνουν ακαθάριστα τα δίκτυα του ρεύματος και τα δάση και που λουφάρουν δεν είναι συμπολίτες; Τι είναι, κατακτητές; Μπας και δεν τους νοιάζει, γιατί δεν θα καούν τα δικά τους χωριά; Μήπως δεν έχουν τις εγκύκλιους και τα φιρμάνια και τους κανονισμούς, και δεν ξέρουν αυτοματοποιημένα τι πρέπει ολοχρονίς να κάνουν; Είναι λίγοι; Να σου πω εγώ γιατί είναι λίγοι. Γιατί οι υπόλοιποι, που είναι οι πολλοί, βάζουν γλείψιμο να κλειστούν σ' ένα γραφείο, να πέφτει ο μισθός του λαού, να μην έχουν σκοτούρες πολλές, εκτός από μία. Πότε να 'ρθει το δώρο κι η σύνταξη. Και ας τρέξουν τα κορόιδα να ιδρώσουν για να έχουνε όλοι -και οι κηφήνες- ένα πνεύμονα ανάσας παραπάνω, ένα πάρκο στην πόλη παραπάνω, έναν πεζόδρομο, ένα σύλλογο, μια πηγή, μια παραλία, έναν κουβά για σκουπίδια. Και πετάνε με την ψυχή στο στόμα οι ίδιοι εκατό πιλόγοι, πέφτουνε μέσ' στη φωτιά οι ίδιοι 5.000 πυροσβέστες, τρέχουν να σώσουνε ζώα και ανθρώπους οι ίδιοι συμβασιούχοι, διακινδυνεύουν τη ζωή τους οι ίδιοι, ελάχιστοι σύλλογοι εθελοντών, λες κι όλοι αυτοί πληρώνονται όπως πρέπει και δουλεύουν σε συνθήκες όπως πρέπει και λες και δεν έχουν μανάδες κι αδέλφια και συζύγους και παιδιά να τους καρτεράνε με κομμένη τη χολή. Είτε σε σεισμό, είτε σε πυρκαγιά, είτε σε πλημμύρες. Αυτοί οι λίγοι είναι οι συμπατριώτες οι δικοί μου. Οι άλλοι, υποκριτές, συνένοχοι σ' όλες τις καταστροφές και τις κακοπαθιές της χώρας. Αμέτοχοι, άβολοι και καλοπερασάκηδες, ασχέτως τάξης, φύλου, πεποιθήσεων. Ξέρω, εξανίστανται, δεν με παρατάνε! Τους έμαθα καλά, τους ζω, απ' αυτούς υποφέρουμε κάθε μέρα. Αυτοί ποδοπατάνε κάθε δικαίωμα, κάθε κατάκτηση, κάθε αξιοπρέπεια είτε πίσω από τον πάγκο μιας υπηρεσίας, είτε πίσω από ένα γκισέ, είτε πίσω από το τιμόνι του ταξί, του λεωφορείου, του πωλητηρίου κάθε είδους, από εισιτήρια μέχρι ρούχα και φιστίκια. Με την αγένεια στο ύφος και στο στόμα. Τη βαρεμάρα για εξυπηρέτηση. Την άγνοια της έννοιας της προσφοράς. Η συντριπτική πλειοψηφία. Ενα «εγώ» υπερφίαλο, που φτιάχνει μια κοινωνία, μια χώρα «για πάρτη μας». Αντικοινωνική όσο δεν παίρνει. Απούσα, μπρος στην τηλεόραση, κάθε φορά που οι λίγοι βγάζουν το φίδι από την τρύπα για της αστυνομίας τη βία, για τα καρκινογόνα τρόφιμα που τρώμε, για το νέφος και τη βρόμα μεσ' τη θάλασσα, τους τρομονόμους, που μας δένουν -αυτούς όχι, ήτανε πάντα φιλήσυχοι πολίτες, νομοταγείς, τα 'χαν καλά με όλους, ησυχία, τάξις και ασφάλεια- ακόμα και για τους λίγους χώρους πρασίνου, που απειλούνται διαρκώς μέσα στις πόλεις. Μια κοινωνία απούσα απ' όλα όσα την αφορούν. Μονάχα οι λίγοι, οι γραφικοί, σεσημασμένοι βγάζουν το φίδι από την τρύπα. Λαός, απών. Είναι παρών, όμως, σε κάθε λάδωμα, σε κάθε φάκελο, σε κάθε γλείψιμο για μια θεσούλα, σε κάθε σπρώξιμο να μπει μπροστά, στη θέση του άλλου, σε κάθε αυθαίρετο, σε κάθε κλέψιμο λογαριασμού, σε κάθε ακρίβεια, που ληστεύει τον διπλανό του. Φταίει η κυβέρνηση! Λαός απών από τη διαχείριση της χώρας του. Την έχει νοικιάσει για 4 χρόνια σε κάποια παρέα και την αφήνει να κυβερνά έτσι ανεξέλεγκτα. Αμα δεν του αρέσει η παρέα, βάζει μια άλλη, στην καθορισμένη πάντα ημέρα. Μετά, πάει για φραπέ σε ωραία θέση με air condition. Για να απολαύσει την κοκκινίλα του ουρανού από την Πάρνηθα, που καίγεται. Βρίζοντας ή τη ΔΕΗ ή την κυβέρνηση. Από το '74, που απόχησε αντιστασιακή φωνή. Πριν, έφταιγε η χούντα, δεν μίλαγε. Αν δεις τα χόρτα στο κτήμα του στο χωριό και τους πυλώνες της ΔΕΗ λίγο πιο πέρα, θα καταλάβεις. Και αν ακούσεις το air condition της κάμαράς του, που είναι κλειστή, αμπαρωμένη όλη τη νύχτα, που έξω έχει δροσιό αεράκι, θα καταλάβεις. Κι αν δεις τα δάση και τις πλαγιές και τα ποτάμια, τις παραλίες και τους δρόμους μεσ' στο σκουπίδι, θα καταλάβεις. Κάθε πατρίδα είν' ο καθρέπτης του λαού της. Ενός λαού, που κούκλα την πήρε απ' όλους τους προηγούμενους και πανούκλα την παραδίνει στα παιδιά του. Τέτοια αγάπη της έχει κι αυτής και των παιδιών του.
Τι να πεις σε έναν κόσμο, που χάνει 1.000.000 δέντρα και σου απαντάει «ευτυχώς δεν κάηκε κανένα σπίτι»;Τι να πεις σ' ένα ζώο, που πιστεύει ακράδαντα ότι η δική του ζωή έχει μεγαλύτερη αξία από τις άλλες ζωές γύρω του; Τι να πεις σ' ένα σύνολο, που δημιουργεί με κάθε τρόπο τη σημερινή του ευκολία, ξέροντας ότι θα γίνει το αυριανό του πρόβλημα; Τι να πεις σε ένα ζώον, που είναι τόσο ζώον ώστε δεν ξέρει ότι είναι ζώον."<>
Γ. Παπαδόπουλος Τετράδης
18 σχόλια:
Ανέβασε και άλλο Μάλαμα. Σε παρακαλώ!
Ναι, ναι, ναι!
Αφιέρωμα θα κάνω, τώρα που έχω και δικαιολογία, και θα λέω "μα αφού μου το ζήτησε ο pan...", τι λες;
Kαι πόσο δίκιο έχεις στα υπόλοιπα...
Φυσικά να κάνεις αφιέρωμα! Όρμα και όποιον έχει πρόβλημα στείλε μου τον εμένα!
Και τι να πεις σε μια χώρα όπου όλοι θεωρούν μεγάλη επιτυχία το ότι δεν κάηκε το καζίνο της Πάρνηθας, για το οποίο είχαν μαζευτεί τριάντα πυροσβεστικά, που, βεβαίως, είχαν φύγει από τη μάχη του δάσους;
Και μετά, την επομένη, και ενώ ακόμα το βουνό καιγόταν (καίγεται) 1.700 μ@@@κες πήγαν επάνω για να παίξουν. 1.700 συνηθισμένοι άνθρωποι. Σαν κι εμάς. Από τους οποίους (και από εμάς) κανείς δεν πήγε να σβήσει τις φωτιές.
Καλημέρα, Pan.
patsiouri,
τι καλά που θα ήταν να είχαμε άδικο και να ήταν τα πράγματα αλλιώς, ε;
pan,
το ετοιμάζω. Στηρίζομαι στις πλάτες σου!
φιλιά πολλά!
εαρινή συμφωνία,
χάρηκα την επίσκεψη.
(όλα έτοιμα για το ωραίο ταξίδι σου;)
"1.700 συνηθισμένοι άνθρωποι". πόσο δίκιο έχεις...
Σαν τους συνηθισμένους ανθρώπους της φωτογραφίας στο προηγούμενο post. Τι να πεις!
Εδώ είμαι και περιμένω!
Καλησπέρα Εαρινή Συμφωνία, πολύ όμορφο το όνομά σου.
Αξιοποίησες τον χρόνο της απουσίας σου στο έπακρο! Καλώς ήρθες πίσω!
Το ναυτάκι- το καλύτερο, συγγνώμη, μην παρεξηγηθείτε οι άλλοι του ναυτικού- γύρισε!
Ναι, αξιοποίησα το χρόνο στο έπακρο- ή περίπου- καλά πέρασα, πού να τα έγραφα όλα!
φιλιά!
Εδώ είμαι αγαπημένη!
Κι εγώ εδώ είμαι, αλλά εσύ ποιος/ποια είσαι;
Δεν είμαι αινστάιν, δεν έχω όμως και iq ραδικιού, ο/η donna τις ει; και δια τι με λέει αγαπημένη;
Μήπως να βοηθήσει κανείς;
Απαιτω αναδασωση ΤΩΡΑ!!!
Απαιτω πυρικαυστες ζωνες ΖΩΗΣ!!!
welcome back dear!!!
πολυ ωραιο post..θα συμφωνισω και εγω με τον pan και περιμενω την αφιερωση πως και πως!!!
μα τι εκπαιδευτικα ειναι τα blogs!!!δεν μπορεις να φανταστεις ΠΟΣΑ πραγματα εχω μαθει και εχω διαβασει εδω!!(και ας επρεπε να τα ηξερα αλλα ειπαμε..bad timing..wrong country!!!)
ποτε δεν ειναι αργα!!!
καλο βραδυ!!!φιλια!!!
διορθωση...
ηθελα να πω 'περιμενω και εγω κιαλλο μαλαμα'(taken from pan's words)..οχι αφιερωση..ηταν η ωρα περασμενη,και το μυαλο μου σκορπιο (as usual!!!)..sorry dear!!!!
καλη σου μερα!!!
Etalon,
θυμωμένο και αποφασισμένο σε βρίσκω. Καλά κάνεις!
tzotza,
γεια σου ξενυχτισμένο μας πουλί!
Το αφιέρωμα ετοιμάζεται, αλλά πρέπει να μάθω εκτός από βιντεάκια, πώς να ανεβάζω στο post τραγούδια(mp3). (Μερικές φορές , όπως σε αυτήν την περίπτωση, νιώθω χαζή.)
Ξέρει κανείς να με βοηθήσει;
Θα πάρω σβάρνα μου φαίνεται τους blogο φιλους κια δεν μπορεί όλο και κάποιος θα θα μου δώσει αναλυτικές οδηγίες, κατανοητές σε ερασιτέχνη όπως εγώ...
Pan, tzotza, ποιο τραγούδι του Μάλαμα είναι το αγαπημένο σας;
Δημοσίευση σχολίου